Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

ΤΕΙ με εισιτήριο κάτω από τη βάση !

Το πτυχίο δεν δίνει δουλειά...

      ΠΡΙΝ από περίπου 30 χρόνια, την ακαδημαϊκή χρονιά 1981-82, για τη συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων η απάντηση στην ερώτηση «με ποιους τρόπους επιτυγχάνεται η κοινωνική άνοδος στη σημερινή ελληνική κοινωνία;» ήταν «οι πανεπιστημιακές σπουδές»!  
     Επρόκειτο βέβαια για μια πεποίθηση που όφειλε τα οικοδομικά υλικά του σχηματισμού της σε εκείνη την περίοδο (και ακόμη προγενέστερα), στην οποία πράγματι η εκπαίδευση για τα λαϊκά στρώματα ήταν μια επένδυση για τα παιδιά τους προστατευμένη από τον πληθωρισμό καθώς διαδραμάτιζε αποφασιστικό ρόλο στην ένταξη εκατοντάδων χιλιάδων νέων από όλα τα κοινωνικά στρώματα στις πολλαπλές νέες θέσεις εργασίας που «αναφύονταν» κατά χιλιάδες. 


     Η εξασφάλιση

     Είκοσι οκτώ χρόνια αργότερα, σήμερα, το «κλειδί του παραδείσου», το Πανεπιστήμιο, που την προηγούμενη περίοδο πρόβαλλε σαν το σκαλοπάτι που έπρεπε ν΄ ανέβουν τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, για να αποκατασταθούν- εξασφαλιστούν, δεν υπάρχει πια. Ακυρώνεται έτσι ένα ολόκληρο φάσμα κοινωνικών προσδοκιών, συγκροτημένο εδώ και αρκετές δεκαετίες για τη δυνατότητα εργασιακής απασχόλησης μέσα από την πρόσβαση στην εκπαίδευση και τα διαπιστευτήριά της.
     Φυσικά το σχολικό σύστημα δεν είναι άμοιρο ευθυνών. Και στο πλαίσιο αυτό το βασικό ζητούμενο είναι το πώς θα οικοδομηθεί ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο θα «ανοίγει τα μάτια» των τροφίμων του. Οι μαθητές ζητούν ένα εκπαιδευτικό σύστημα,το οποίο θα μπορεί να απαντήσει πειστικά στο βασανιστικό ερώτημα των μαθητών μας: «Και γιατί να διαβάσουμε δάσκαλε;».
       Για να μην αποκτήσει η κατάργηση της βάσης του δέκα εισαγωγικά, για να μη γίνει η κατάργηση του 10 «ένα αδειανό πουκάμισο», πρέπει να συνοδευτεί και με υποστηρικτικά μέτρα:

 Πρώτον, να δημιουργηθούν οι όροι, ώστε το σχολείο να μαθαίνει όλα τα παιδιά γράμματα. Αυτό είναι ευθύνη και της εκπαιδευτικής πολιτικής και της σχολικής εκπαίδευσης.

Δεύτερον, οι τριτοβάθμιες σχολές να αποκτήσουν σημαντική δημόσια χρηματοδότηση, υποδομές και στέρεο γνωστικό αντικείμενο, ώστε να δικαιολογούν τον τίτλο τους. Γιατί αν ο υποψήφιος δεν έχει στοιχειώδη υποδομή γνώσεων, τότε είναι σίγουρο ότι θα είναι λίγα τα ψωμιά του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, λίγο κιόλας μετά την είσοδό του σ΄ αυτή.


Έρευνα του Χρήστου Κάτσικα

www.tanea.gr (Τρίτη 13 Ιουλίου 2010)

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

«Εις εαυτόν»: περί κρίσης και κρίσεων

      Σε ώρες περισυλλογής αναρωτιέμαι πώς μπορεί η ελληνική Εκπαίδευση να μορφώσει σκεπτόμενους πολίτες με ανεπτυγμένη ικανότητα κρίσης που να μπορούν να αντιμετωπίσουν κρίσεις οικονομικές, όπως αυτή που μάς βρήκε,κρίσεις ηθικές σε σχέση με την ουσία και τις προτεραιότητες στη ζωή τού ανθρώπου, κρίσεις αξιών,κρίσεις...
      
Η απάντηση που μού βγαίνει σχεδόν αυθόρμητα είναι ότι για να δημιουργήσεις σκεπτόμενους πολίτες απαιτείται ένα ριζικά ανανεωμένο εκπαιδευτικό σύστημα που θα μετακινηθεί αμετάκλητα από την παθητική γνώση στην κριτική σκέψη. Σκέπτομαι πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν αλλάξει εκ βάθρων ο τρόπος διδασκαλίας στο σχολείο με αυτόν τον παιδευτικό στόχο. Αν ασκήσουμε τους μαθητές μας να αυτενεργούν: να αναζητούν οι ίδιοι (συνεργαζόμενοι κατά ομάδες) τις πληροφορίες για τα διδασκόμενα αντικείμενα, να ανατρέχουν σε βιβλία, να δουλεύουν σε σχολικές βιβλιοθήκες, να αξιοποιούν την εκπαιδευτική τεχνολογία (το Διαδίκτυο), να ψάχνουν, να συζητούν, να ρωτούν, να βρίσκουν. Αυτές τις πληροφορίες αν οι ίδιοι οι μαθητές δουλέψουν από κοινού να τις οργανώσουν, αν τις παρουσιάσουν και τις συζητήσουν μεταξύ τους και μέσα στην τάξη με διακριτικό ενορχηστρωτή πάντα τον δάσκαλο, τότε θα γίνει το θαύμα: θα μάθουν να κρίνουν, να συζητούν, να επιχειρηματολογούν, που σημαίνει να σκέπτονται.

       Τότε θα αλλάξει όλο το κλίμα στο σχολείο. Τότε μπορεί να έλθει η ευλογημένη ώρα που οι μαθητές θα εκτιμήσουν και θα αγαπήσουν το σχολείο. Τότε και ο δάσκαλος θα αλλάξει ρόλο, περνώντας από τη διδακτική ρουτίνα στην αληθινά δημιουργική διδασκαλία, μια διαδικασία που και τον ίδιο θα γεμίζει ψυχικά και που θα εμπνέει τους μαθητές του. Όλα αυτά, σκέπτομαι πάλι, προϋποθέτουν αλλαγή τού σχολικού («αναλυτικού») προγράμματος, επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και συγκρότηση σχολικών βιβλιοθηκών. Όλα αυτά- παρηγοριέμαι- περιλαμβάνονται ήδη ρητά και αναλυτικά στο Πόρισμα τού Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία. Όλα αυτά, λέω στον εαυτό μου, μπορούν να γίνουν. Μπορούμε πράγματι να μορφώσουμε πολίτες σκεπτόμενους, υπεύθυνους, δημοκρατικούς, κοινωνικά ευαίσθητους, πολίτες που να μπορούν να οργανώσουν δημιουργικά τη ζωή και να προλάβουν ή να αντιμετωπίσουν τις όποιες κρίσεις. Γιατί μια κρίση δεν είναι ποτέ μόνο καθαρά οικονομική. Έχει σχέση με πολιτικές επιλογές και πράξεις, δηλαδή με τον τρόπο σκέψεως κυβερνώντων και πολιτών και, τελικά, έχει άμεση σχέση με την παιδεία τους.

    Πάλι αναρωτιέμαι:Όλα αυτά δεν προϋποθέτουν ότι μάς ενδιαφέρει ο πολιτισμός, ότι μάς ενδιαφέρει μια παιδεία ουσίας, πραγματικής καλλιέργειας, και ιδιαίτερα μια ελληνική παιδεία; Μάς ενδιαφέρει πράγματι να γνωρίσουν τα παιδιά μας τον ελληνικό πολιτισμό, τις ρίζες τους, την κληρονομιά τους, την παράδοσή τους; Μπορούμε να πετύχουμε μια τέτοια παιδεία, μια δημιουργική επαφή με τον πολιτισμό μας; 


     Η απάντηση μού βγαίνει σκληρή: Ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική παιδεία στη χώρα μας είναι υποτιμημένες αξίες! Κάποια στιγμή- από ακατανόητη και αδικαιολόγητη παρεξήγηση- το να μιλάς για ελληνικότητα, ελληνισμό, ελληνική παράδοση κ.λπ. θεωρήθηκε εθνικισμός, πατριδολατρία, προγονοπληξία κ.τ.ό. Έφτασε να θεωρείται κανείς υπερσυντηρητικός, δεξιός, αντιπροοδευτικός κ.λπ., αν υποστήριζε την ανάγκη συστηματικής διδασκαλίας της διαχρονίας της γλώσσας μας στο σχολείο, τη διδασκαλία του αρχαίου λόγου και την άμεση επαφή των μαθητών με το κείμενο, με ό,τι ο Σεφέρης αποκαλούσε τα «παλαιότερα Ελληνικά μας». Αυτή η στάση μπορεί να ξεκίνησε καλοπροαίρετα ως αντίδραση σε ακραίες θέσεις που είχαν υπάρξει πράγματι στο παρελθόν, ως αντίθεση σε ξεπερασμένες μεθόδους διδασκαλίας και σε προσπάθειες υπερπροβολής τής ελληνικής αρχαιότητας εις βάρος τού Νέου Ελληνισμού, οδήγησε όμως στο άλλο άκρο: σε παραμέληση τής επαφής με τη διαχρονία τού Ελληνισμού και σε υπονόμευση της συνέχειας που διακρίνει ιστορικά και πολιτισμικά τον Ελληνισμό, με αδιάψευστη μαρτυρία τη γλώσσα μας. Έτσι καλλιεργήθηκε μια, σε μεγάλη έκταση, τεχνητή ιδεολογική σύγκρουση ανάμεσα στον Νέο Ελληνισμό και στις παλαιότερες μορφές τού ελληνικού πολιτισμού (Αρχαιότητα και Βυζάντιο), τεχνητή γιατί στην πραγματικότητα ούτε οι μεν ούτε οι δε απέρριπταν ό,τι προηγήθηκε ή ό,τι ακολούθησε, απλώς το υπέτασσαν, δεν το προέβαλλαν ή, στη χειρότερη περίπτωση, το υποβάθμιζαν.

      Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα είναι σαφή δείγματα αυτού τού «πολιτισμικού ψευδοδιλήμματος», που παραβλέπει ότι Ελληνισμός και ελληνικότητα, εγγενώς και κατά ιστορική αναγκαιότητα, έχουν και τις δύο διαστάσεις, την παλαιότερη και τη νεότερη, με συνεκτικό στοιχείο ό,τι ονομάζουμε συνέχεια, η οποία είναι μια δυναμική έννοια που δεν σημαίνει στατικότητα ή έλλειψη μεταβολών και εξέλιξης. Ούτε η ελληνική γλώσσα λ.χ. μπορεί δημιουργικά να διδαχθεί ερήμην τής γλωσσικής μας διαχρονίας (μολονότι η έμφαση πρέπει να δίδεται στα σύγχρονα, βεβαίως, με συστηματική αναφορά στα παλαιότερα Ελληνικά μας), ούτε και η ιστορία μας μπορεί να διδαχθεί αποκομμένη από προηγηθείσες χρονικές φάσεις και πολιτισμικές καταβολές που φωτίζουν τα νεότερα. Ιδιαίτερα ο ιστορικός πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικός, ώστε στην προσπάθεια τής ιστορικής περιγραφής ή αποτίμησης των γεγονότων να μην τραυματίζει την ευαισθησία των ανθρώπων χωρίς και να θυσιάζει την αλήθεια. Πρόκειται για πολύ λεπτές προσεγγίσεις που απαιτούν και γνώση και μαστοριά. Η ιστορική αλήθεια, όταν είναι πράγματι αλήθεια και όταν δίδεται σωστά, δεν πληγώνει. Διδάσκει.

Γεώργιος Μπαμπινιώτης

www.tovima.gr (Κυριακή 11 Ιουλίου 2010)

Μια απάντηση στον «μαυροπίνακα» για τη Ρέα Βιτάλη

της Άννας Διαμαντοπούλου

Αν κάτι έχω μάθει στα σίγουρα είναι πως η ειλικρινής γνώμη είναι πολύτιμη. Μπορεί να είναι σωστή ή λάθος. Αυτό δεν έχει και τόση σημασία. Η αξία της έγκειται στη σπανιότητά της. Έτσι διάβασα το κείμενο της Ρέας Βιτάλη. Γεμάτο ουσία και αλήθεια! Ως εκ τούτου οφείλω μια εξίσου ειλικρινή απάντηση.

      Πρώτα απ’ όλα δεν υπήρξα, δεν είμαι και ούτε πρόκειται να γίνω θιασώτρια της «κολακευτικής παπαγαλίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος». Δεν ανήκω στους ανθρώπους που πιστεύουν πως η σωστή κατεύθυνση είναι δοσμένη, αρκεί να κρατήσει κανείς ακίνητο το τιμόνι. Μου αρέσουν οι στροφές και οι δυσκολίες της ανάβασης. Γι' αυτό και έχω ταχθεί χωρίς περιστροφές υπέρ της σκληρής προσπάθειας και της συνεχούς αξιολόγησης. Οι μυθολογίες της ρόδινης ζωής δεν ανήκουν ούτε στα βιώματά μου, ούτε στην οπτική μου για τα πράγματα. Γι' αυτό και δεν πιστεύω σε μια πολιτική που εκπίπτει σε διαχείριση παραπόνων. Αντίθετα, πάντοτε πίστευα ότι, αν διοχετεύει κανείς στην επίλυση ενός προβλήματος το μισό της ενέργειας που καταναλώνει για να διατυπώνει παράπονα, θα πετύχαινε πολύ καλύτερα αποτελέσματα.

     Περισσότερη προσπάθεια χρειάζεται λοιπόν και κυρίως στην εκπαίδευση. Όμως η προσπάθεια δεν μπορεί να γίνεται στο κενό. Και ακριβώς εκεί είναι που συναισθάνομαι πλήρως το βάρος της ευθύνης που έχουμε συλλογικά ως κυβέρνηση, αλλά και εγώ προσωπικά ως αρμόδια Υπουργός. Η περισσότερη προσπάθεια πρέπει να λαμβάνει χώρα σε ένα σύστημα με λογική συνέπεια, το οποίο και θα δίνει σε όλους την δυνατότητα να εκφραστούν , να παρουσιάσουν τις δυνατότητες τους και να αναπτύξουν τις ιδιαίτερες ικανότητές τους.
     Δυστυχώς, αυτό δεν συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας σε κανένα επίπεδο της εκπαιδευτικής διαδικασίας με αποκορύφωμα το Λύκειο το οποίο απαξιώθηκε ως εκπαιδευτική βαθμίδα. Στις εισαγωγικές εξετάσεις, 100.000 νέα παιδιά διαγωνίζονται με τον ίδιο τρόπο και στο ίδιο επίπεδο δυσκολίας θεμάτων, ανεξαρτήτως των επιλογών τους, των προτιμήσεών τους και των δυνατοτήτων τους.

       Η τριτοβάθμια εκπαίδευση, στην οποία ανήκουν όλα τα Πανεπιστήμια και όλα τα ΤΕΙ, δίνει την δυνατότητα, σύμφωνα με τις υποδομές και τις σχολές που υπάρχουν, σε 80.000 παιδιά από αυτά να ενταχθούν και να πάρουν τις αναγκαίες γνώσεις «εφόσον μπορούν και θέλουν», για να εξελιχτούν προσωπικά και επαγγελματικά. Μοιάζει περισσότερο με τη συμπλήρωση ενός παζλ, παρά με μια διαγωνιστική διαδικασία στην κατάληξη της οποίας θα επιβραβευτούν οι καλύτεροι αφενός αλλά και ο καθένας σύμφωνα με την προσπάθειά του για το στόχο του.
     Το να βάζεις όμως κάτω από τον ίδιο νόμο ένα λιοντάρι κι ένα λαγό, σίγουρα για κάποιον θα είναι εξαιρετικά άδικο! Όχι γιατί είναι συγκριτικά καλύτεροι ή χειρότεροι, αλλά γιατί είναι διαφορετικοί. Η τυπική ισότητα έχει πολλάκις αποδειχθεί πρόξενος κραυγαλέων ουσιαστικών ανισοτήτων και αδικιών. Πρέπει να είναι άλλες οι προϋποθέσεις για έναν μαθητή που θέλει να πάει στην Ιατρική και άλλες για αυτόν που επιλέγει να γίνει φυσιοθεραπευτής. Πρέπει να είναι άλλες για αυτόν που θέλει να γίνει γεωπόνος και άλλες για αυτόν που θέλει να ειδικευτεί στην ανθοκομία… και βέβαια πολύ εύκολα θέματα ανεβάζουν το 80% των διαγωνιζομένων πάνω από τη βάση, πολύ δύσκολα θέματα κατεβάζουν το 80% κάτω από τη βάση.

       Ο στόχος λοιπόν είναι να ανατρέψουμε τα δεδομένα που έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδα και όχι να προσποιηθούμε πως τάχα βάζουμε ασφαλιστικές δικλίδες απέναντι στην υποβάθμιση και την απαξίωση. Διότι αυτή τη λογική της προσποίησης πως «κάτι γίνεται», υπηρέτησε η αποσπασματική επιβολή της βάσης του 10, μόνο και μόνο επειδή σε κάθε δράμα πρέπει να υπάρχει ένοχος. Και το πιο βολικό, εύκολο και ανέξοδο ήταν να καταδειχθούν ως «ένοχοι» όσοι δεν πιάνουν τη βάση. Και μετά τι; Υπήρξε λύση στο δράμα της υποβάθμισης;
     Ασφαλώς όχι. Άλλαξαν μήπως τα δεδομένα της απαξίωσης; Ούτε. Το μόνο πρακτικό αποτέλεσμα της ρύθμισης αυτής ήταν οι 50.000 κενές θέσεις σε 4 χρόνια και το γεγονός ότι χιλιάδες παιδιά κατευθύνθηκαν σε «ιδιωτικά κολέγια» αλλά και πολλά πανεπιστήμια του εξωτερικού, από την Βρετανία μέχρι την Βουλγαρία, όπου γίνονται αποδεκτά για να επιστρέψουν με ισότιμα πτυχία.
     Συμφωνώ ότι εξίσου αποσπασματική είναι και η κατάργηση της βάσης του 10. Όμως είναι άδικο να αναζητηθεί το κίνητρο της απόφασης στην επιβράβευση της ήσσονος προσπάθειας, της αδιαφορίας και της άνεσης. Δημιουργήσαμε ένα μεταβατικό περιθώριο, οδεύοντας προς μια συνολική ανασυγκρότηση της εκπαίδευσης. Ήδη ξεκινήσαμε με το «Νέο Σχολείο» για το δημοτικό και το γυμνάσιο. Καταθέσαμε πρόταση για το Νέο Λύκειο και ανοίξαμε την ατζέντα για την αλλαγή στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ.
         Η επόμενη χρονιά θα είναι καταλυτική για τις αποφάσεις που αφορούν στην αλλαγή του συστήματος, προκειμένου το Λύκειο να γίνει σχολείο, η τεχνική εκπαίδευση να πάρει τον ρόλο και την αξία που χρειάζεται στην κοινωνία και την οικονομία, όπως επίσης και να αλλάξει ριζικά η πραγματικότητα των ΑΕΙ και των ΤΕΙ της χώρας, ώστε να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του μέλλοντος. Παρά τις τεράστιες διαστάσεις του εγχειρήματος και τις δυσκολίες που εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί, καθώς κάθε βήμα προς τα εμπρός συνεπάγεται μικρές επαναστάσεις κυρίως σε επίπεδο αντιλήψεων και νοοτροπιών, θέλω να βεβαιώσω ότι η αλλαγή στο εκπαιδευτικό σύστημα θα είναι το επόμενο μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης. Δεύτερες σκέψεις επ’ αυτού δεν υπάρχουν και η λευκή σημαία δεν συνιστά επιλογή.

      Εν κατακλείδι, λοιπόν, οφείλω να καθησυχάσω, στο μέτρο του δυνατού, κάθε ζωντανή και ανήσυχη συνείδηση (που τόσο χρειαζόμαστε) πως υπάρχουν και «αριστούχες μαθήτριες» που δεν παραδίδονται!

*Η Άννα Διαμαντοπούλου είναι υπουργός Παιδείας, δια βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

13/07/2010 (www.protagon.gr)

Δημοσιονομική εξυγίανση ή ανάπτυξη;

     Η παρούσα κακή οικονομική κατάσταση της χώρας έχει δημιουργήσει πολλές συζητήσεις και αντιπαραθέσεις σχετικά με την οικονομική πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί για την αντιμετώπισή της. Μια τέτοια αντιπαράθεση λαμβάνει χώρα, σύμφωνα με διάφορα δημοσιεύματα, μέσα στους κόλπους της ίδιας της κυβέρνησης. Όπως φαίνεται και από τα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, αλλά και εκ των πραγμάτων, ο υπουργός Οικονομίας κ. Παπακωνσταντίνου υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική εξυγίανση είναι η μοναδική πολιτική που μπορεί να αλλάξει την πορεία της οικονομίας και να απομακρύνει το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας. Αντίθετα, η υπουργός Ανάπτυξης κυρία Κατσέλη φαίνεται να υποστηρίζει την άποψη ότι προτεραιότητα έχει η ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία ταυτόχρονα θα βελτιώσει και τη δημοσιονομική κατάσταση. Παρεμπιπτόντως, αξίζει να σημειωθεί ότι η κυρία Κατσέλη δεν έχει ως τώρα φέρει κάποιο νομοσχέδιο με φανερό και σημαντικό αναπτυξιακό χαρακτήρα. Το προσφάτως ψηφισθέν για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά όχι μόνο δεν έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα , αλλά επιπλέον ευνοεί μαζί με άτομα που βρίσκονται αναιτίως σε δύσκολη θέση και άτομα που σκοπίμως και δολίως είναι κακοπληρωτές.

    Μια άλλη, πιο ηχηρή, αντιπαράθεση υπάρχει μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Οι προτάσεις της αντιπολίτευσης είναι γενικές, αόριστες και εκ του ασφαλούς τολμηρές. Η Νέα Δημοκρατία, π.χ., προτείνει ισχυρά φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις. Ποια όμως είναι αυτά τα κίνητρα; Προτείνει επίσης μέτρα τα οποία έχουν ήδη ληφθεί, όπως π.χ. η αναδιάρθρωση του ΟΣΕ και η εξόφληση χρεών του Δημοσίου με κρατικά ομόλογα. Άλλες αντιπολιτευτικές φωνές είναι πιο τολμηρές, αλλά ταυτόχρονα και καταστροφικές, όπως π.χ. οι συριζικής προέλευσης προτάσεις για αναδιάρθρωση του χρέους, καταγγελία του μνημονίου, ακόμη και αποχώρηση από την ευρωζώνη και επαναφορά της δραχμής. Η έλλειψη πρωτοτυπίας, η αοριστία και το ανεφάρμοστο αυτών των προτάσεων δείχνουν ένα απλό πράγμα: ότι η χώρα δεν έχει επιλογές.

     Πολλοί, ομιλούντες ως ανεξάρτητοι και ελεύθεροι σκοπευτές, προτείνουν εφαρμογή μιας κεϊνσιανής πολιτικής (χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση) προς αποφυγή ή μείωση της έντασης της ύφεσης. Αυτοί ξεχνούν ότι η χώρα είναι υπό πτώχευση και ότι μια επεκτατική κεϊνσιανή πολιτική θα δώσει τη χαριστική βολή.

    Υπάρχει, τέλος, η αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και συνδικαλιστών, οι οποίοι, αφού έκαναν ό,τι μπορούσαν, για να διαλύσουν τη δημόσια διοίκηση, για να δυσκολέψουν όσο μπορούσαν τις συναινετικές διαδικασίες μεταξύ εργατών και εργοδοσίας που θα ήταν προς το συμφέρον και των δύο και για να δημιουργήσουν ένα πνεύμα αντιπαραγωγικότητας, ρίχνουν τώρα μαύρο δάκρυ για τα δεινά της εργατικής τάξης. Φυσικά οι συνδικαλιστές της εποχής μας, πέραν της στείρας αντιπαλότητας, δεν διαθέτουν γνώσεις ή φαντασία για να διατυπώσουν προτάσεις.

      Η χώρα βρίσκεται σε πολύ άσχημη κατάσταση. Έχει μία μόνο διέξοδο και αυτή είναι η δημοσιονομική εξυγίανση. Η ανάπτυξη προϋποθέτει τη δημοσιονομική τακτοποίηση, δηλαδή τη μείωση των ελλειμμάτων και εν συνεχεία του χρέους. Όσο υπάρχει η σημερινή αβεβαιότητα τόσο πιο δύσκολη θα είναι η ανάκαμψη. Όσο πιο γρήγορα βελτιωθεί η δημοσιονομική θέση της χώρας τόσο πιο πιθανή και γρήγορη θα είναι η πολυπόθητη ανάπτυξη.

Tου κ. Θεόδωρου Π. Λιανού, καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

www.tovima.gr (Κυριακή 11 Ιουλίου 2010)

Ένας αντιεθνικιστικός μύθος

      Η άποψη ότι το ποδόσφαιρο ενισχύει τον εθνικισμό, στον βαθμό που δηλώνει ότι τον ενισχύει εξ ορισμού- με αυτή την έννοια κυκλοφορεί στις μέρες μας- είναι μύθος· ιδεολόγημα που διατυπώνεται από ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα από ποδόσφαιρο, ενώ ταυτόχρονα η γνώση τους της έννοιας του εθνικισμού είναι προβληματική. Αναφέρομαι βέβαια στους κήρυκες και στους θιασώτες της πολιτικής ορθότητας, γιατί αυτοί είναι οι κατασκευαστές και καλλιεργητές τού εν λόγω μύθου. Είναι, μεταξύ άλλων, και η πεποίθησή τους ότι το ποδόσφαιρο ενισχύει τον εθνικισμό εκείνο που δείχνει ότι γνωρίζουν πλημμελώς την έννοια του εθνικισμού.
         Τα ιδεολογήματα παράγονται και από την ταύτιση ενός πράγματος με τη χρήση του. Μύθους δεν παράγει μόνο ο εθνικισμός, αλλά και ο αντιεθνικισμός. Το ποδόσφαιρο δεν μπορεί να ενισχύσει τον εθνικισμό περισσότερο απ΄ όσο μπορεί να τον ενισχύσει οποιοδήποτε άλλο άθλημα ή αθλοπαιδιά, ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο του ανθρώπινου βίου (η θρησκεία, λ.χ., ή η τέχνη). Συνεπώς, το να το ξεχωρίζουμε και να το δακτυλοδεικτούμε ως ενισχυτή του εθνικισμού δεν έχει νόημα. Ένας αγώνας μπάσκετ ή υδατοσφαίρισης μεταξύ εθνικών ομάδων, αν εκτραχυνθεί, μπορεί να προκαλέσει εθνικιστικές εκδηλώσεις, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι εκδηλώσεις αυτές απέρρευσαν από τη φύση του αγωνίσματος. Ο ισλαμισμός ενθαρρύνει τον εθνικισμό και ο χριστιανισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εθνικιστικούς λόγους (βλέπε τις «πατριωτικές» κορόνες του μακαριστού Χριστόδουλου και του μακαρίου Ανθίμου), αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η θρησκευτική πίστη συνεπάγεται εξ ορισμού τον εθνικισμό. Το αίσθημα εθνικής ικανοποίησης που μπορεί να αισθάνεται ένας Ιταλός, ένας Κολομβιανός ή ένας Έλληνας για την απονομή του βραβείου Νομπέλ Λογοτεχνίας στον Μοντάλε, στον Μάρκες ή στον Ελύτη, αντιστοίχως, δεν είναι αναγκαστικά εθνικιστικό. Το να πιστεύει κάποιος το αντίθετο είναι σαν να υποστήριζε ότι η ύπαρξη του αυτοκινήτου ενισχύει τα αυτοκινητικά δυστυχήματα.

        Είναι αξιοσημείωτο ότι όσοι πιστεύουν ότι το ποδόσφαιρο και ο εθνικισμός βρίσκονται σε αναγκαστική συνάρτηση μεταξύ τους παρατηρούν και χαρακτηρίζουν εθνικιστικές (ταυτίζοντας το εθνικό με το εθνικιστικό) μόνο εξάρσεις ενθουσιασμού ή έκτροπα που μπορούν να προκληθούν σε έναν διεθνή ποδοσφαιρικό αγώνα, ως εάν οι εκδηλώσεις αυτές να είναι κατ΄ ουσίαν διαφορετικές από τις εκδηλώσεις που προκαλούν στους οπαδούς μιας ομάδας οι νίκες της επί ομάδων της δικής της χώρας ή οι ήττες της από αυτές. Διαφεύγει την προσοχή τους ότι εξίσου, αν όχι περισσότερο, απ΄ όσο μπορούν να ενισχύσουν τον εθνικισμό, οι διεθνείς ποδοσφαιρικοί αγώνες μπορούν να συντελέσουν και στην εκτόνωσή του. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι οπαδοί μιας ηττημένης εθνικής ομάδας (που είναι βέβαια στη μέγιστη πλειονότητά τους ομοεθνείς με τους παίκτες της) επευφημούν τους παίκτες της αντίπαλης εθνικής ομάδας για το ανώτερο παίξιμό της αναγνωρίζοντας την υπεροχή της.
         «Ο καταλανός τεχνικός Τσάβι», διαβάζουμε  στο «Βήμα» (7 Ιουλίου), εξηγεί: «Στην Ισπανία η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου επιτελεί μια σημαντική λειτουργία. Οι διάφορες επαρχίες της χώρας, όπως η Γαλικία, η Καταλωνία και κυρίως η χώρα των Βάσκων, προβάλλουν τον ιδιαίτερο εθνικό χαρακτήρα τους. Τελικά, η εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου είναι από τα ελάχιστα που ενώνουν όλους τους Ισπανούς». Με άλλα λόγια, εξίσου, αν όχι περισσότερο απ΄ όσο μπορεί να χωρίζει, το ποδόσφαιρο μπορεί και να φέρνει κοντά αντίπαλους φιλάθλους και λαούς.

       Περισσότερο απ΄ ό,τι στην άγνοια του ποδοσφαίρου, ο μύθος ότι το ποδόσφαιρο ενισχύει τον εθνικισμό οφείλεται στην προβληματική γνώση που έχουν οι θιασώτες του της έννοιας του εθνικισμού. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι ο μύθος αυτός κυκλοφορεί στις μέρες μας με ιδιαίτερη έμφαση. Διότι η εποχή μας, εκτός από εποχή της παγκοσμιοποίησης, είναι και εποχή της πολιτικής ορθότητας, η οποία είναι απόρροια, κυρίως, της άκριτης εφαρμογής μιας σημαντικής κατάκτησης που προώθησε η παγκοσμιοποίηση: της αναγνώρισης των δικαιωμάτων της ετερότητας- πρωτίστως των δικαιωμάτων των διαφόρων μειονοτήτων-, δηλαδή του Άλλου. Η άκρατη θεωρητικοποίηση αυτής της αναγνώρισης, που οδήγησε στον σεβασμό προς την ταυτότητα του Άλλου ως τη φετιχιστική λατρεία της (παρότι, συγχρόνως, οι κωδικοποιητές αυτού του σεβασμού χαρακτηρίζουν, αντιφατικά, την εποχή μας ως εποχή διάλυσης του υποκειμένου, δηλαδή της ταυτότητας), είχε ως αποτέλεσμα σε πολλούς την καταφρόνηση της ταυτότητας του Ιδίου, τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής, και την αλόγιστη επίκρισή της ως πηγής κάθε είδους ανοσιουργήματος.

       Έτσι φτάσαμε στο σημείο η αίσθηση κάποιου ότι είναι Γάλλος, Βούλγαρος ή Αρμένιος να χαρακτηρίζεται ως εξ ολοκλήρου κατασκευή, δηλαδή ψευδαίσθηση· η άποψη ότι είναι το έθνος εκείνο που γεννάει τον εθνικισμό και όχι ο εθνικισμός εκείνο που γεννάει το έθνος να καταγράφεται ως εθνικιστική· ο πατριωτισμός να θεωρείται επιγέννημα του εθνικισμού· και να υποστηρίζεται με πάθος από αρκετούς «η κατάργηση, ως προϊόντος του εθνικισμού, του παγκοσμίου πρωταθλήματος ποδοσφαίρου».

Του κ. Νάσου Βαγενά, καθηγητή της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και παλαιός ποδοσφαιριστής του Εθνικού και της Εθνικής Νέων.

www.tovima.gr (Κυριακή 11 Ιουλίου 2010)

Το σπορ της φοροδιαφυγής στην αρχαιότητα

         Η οικτρή οικονομική μας κατάσταση, η ανατροπή κοινωνικών κατακτήσεων και οι αποκαλύψεις περί διαφθοράς ενοίκων του κρατικού οικοδομήματος (των ρετιρέ αλλά και των υπογείων) μονοπωλούν καθημερινά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σε τέτοιες αρνητικές συγκυρίες την κρίση την πληρώνουν πρωτίστως αυτοί που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Η απαίτηση να τιμωρηθούν οι καταχραστές του δημοσίου χρήματος και οι επίορκοι κρατικοί λειτουργοί (όχι και τόσο ολιγάριθμοι), και μάλιστα με δήμευση των περιουσιών τους, είναι διάχυτη. Έχουμε όμως και άλλα αρνητικά φαινόμενα. Μια διαβρωμένη κρατική μηχανή όπως η δική μας δυσκολεύεται να πατάξει ικανοποιητικά τη φοροδιαφυγή, που στον τόπο μας είναι ιδιαίτερα τροφαντή, καθώς ταΐζεται γενναία και από την απύθμενη ανοχή της ελληνικής κοινωνίας.
         Η φοροδιαφυγή είναι ένα πολύ παλιό «σπορ» το οποίο πιθανόν πρωτοεμφανίστηκε μαζί με τη φορολογία. Το ύψος των φόρων, όπως και η είσπραξή τους, απασχολούσε ανέκαθεν τους κυβερνώντες, ιδιαίτερα μάλιστα σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα. Καθημερινά σχεδόν ακούμε για επιβολή νέων φόρων ή για αύξηση των ήδη υπαρχόντων, όπως επίσης και για λαμπρές επιδόσεις των ράμπο του ΣΔΟΕ. Εχει υποστηριχθεί ότι, αν ένας υπουργός Οικονομικών κατορθώσει να φορολογήσει το 75% των φορολογητέων κεφαλαίων, θα έχει επιτελέσει ηράκλειο άθλο.

         Δεινές οικονομικές κρίσεις ξέσπασαν και στην Αθήνα του 4ου αι. π.Χ., συνοδευόμενες επίσης από φαινόμενα διαφθοράς. Η φορολογία των συμμάχων ήταν πλέον μακρινό όνειρο, τα έσοδα από τη φορολογία των εμπορευμάτων, που έφθαναν στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω πτώσης των εμπορικών δραστηριοτήτων, είχαν μειωθεί, ενώ η εκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου είχε περιοριστεί. Στην προσπάθειά του το αθηναϊκό κράτος να πετύχει αύξηση των οικονομικών πόρων του κάνει συνεχώς μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα.
        Μία από τις πιο γνωστές είναι η μεταρρύθμιση που έγινε επί άρχοντος Ναυσινίκου (378-377 π.Χ.) και συνοδεύθηκε από απογραφή της περιουσίας των φορολογουμένων. Σύμφωνα με αρχαία μαρτυρία, η περιουσία αυτή υπολογίστηκε σε 5.750 τάλαντα. Δεν θα ασχοληθώ με το αξιόπιστο της παραπάνω πληροφορίας. Θα συμπληρώσω μόνο ότι τότε ψηφίστηκε και ένας νόμος που προέβλεπε ακόμη πιο βαριές ποινές στους φοροφυγάδες. Για τους τότε φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς έχω αναφερθεί σε μια παλιότερη επιφυλλίδα μου (27.9.2009). Εδώ απλώς υπενθυμίζω ότι το αθηναϊκό κράτος συνήθως νοίκιαζε τους διάφορους φόρους, έπειτα από δημόσιους διαγωνισμούς. Ο πλειοδότης έδινε αμέσως το συμφωνηθέν ποσό και στη συνέχεια φρόντιζε να το εισπράξει από τους υπόχρεους, φυσικά με το παραπάνω.

       Μια χρονιά στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. ένας πλειοδότης ξέρουμε ότι πλήρωσε ως φόρο επί των εισαγομένων και εξαγομένων από το λιμάνι του Πειραιά προϊόντων 30 τάλαντα και εισέπραξε 36. Κέρδισε, δηλαδή, 6 τάλαντα (περίπου 3.500 μεροκάματα). Έπειτα από τρία χρόνια ένας άλλος πλειοδότης, πιο γενναιόδωρος, έδωσε στο κράτος για τον ίδιο φόρο 36 τάλαντα, δεν γνωρίζουμε όμως το ποσό που κέρδισε. Επειδή ο σχετικός φόρος ήταν 2% επί της αξίας των διακινηθέντων προϊόντων, μπορούμε να υπολογίσουμε τη συνολική τους αξία. Κόστιζαν γύρω στα 1.800-2.000 τάλαντα, ποσό που ισοδυναμούσε περίπου με 1.000.000-1.200.000 μεροκάματα.
         Σε δύσκολες οικονομικές καταστάσεις εξυπακούεται ότι δεν υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον για συμμετοχή στους δημόσιους αυτούς διαγωνισμούς. Έτσι το κράτος έπρεπε το ίδιο να φροντίσει για την είσπραξη των φόρων. Μια σχετική ιστορία, η οποία συνέβη κατά τη φορολογική μεταρρύθμιση του 378-377 π.Χ., είναι ενδεικτική. Πρωτοστατεί ο Ανδροτίων Ανδρωνος, ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο της αθηναϊκής δημόσιας ζωής. Πρότεινε στους Αθηναίους τρεις τρόπους για να γεμίσουν το κρατικό ταμείο. Ο ένας ήταν να βάλουν χέρι στα ιερά τους και να λιώσουν τα χρυσά αφιερώματα, που υπήρχαν σ΄ αυτά, κόβοντας στη συνέχεια χρυσά νομίσματα. Ο άλλος ήταν να επιβάλουν έκτακτους φόρους και ο τρίτος να κυνηγήσουν τους φοροφυγάδες. Όπως ήταν αναμενόμενο, προτιμήθηκε η τρίτη λύση.
        Ο ίδιος ο Ανδροτίων έπεισε τους Αθηναίους να τον ορίσουν φοροεισπράκτορα, που θα αναλάμβανε να εισπράξει τη φοροδιαφυγή, κάτι που τελικά και έκανε, όχι όμως με ιδιαίτερη επιτυχία, αν και χρησιμοποίησε καταπιεστικά και ενίοτε απάνθρωπα μέσα. Εισορμούσε με τους μπράβους του σε σπίτια οφειλετών, σπάζοντας τις πόρτες και κάνοντας τα στρώματα των κρεβατιών άνω-κάτω προκειμένου να εντοπίσει τυχόν κρυμμένους θησαυρούς, βασάνιζε πολίτες για να εισπράξει ακόμη και... πενταροδεκάρες. Έντρομοι οι ένοικοι εγκατέλειπαν τα σπίτια τους και πηδώντας από στέγη σε στέγη ζητούσαν καταφύγιο σε γειτονικά τους πρόσωπα.

      Ο ίδιος ο Ανδροτίων δεν ήταν ένα άμεμπτο δημόσιο πρόσωπο, όπως δηλαδή συμβαίνει και με σημερινούς φοροεισπράκτορες. Λίγο πριν από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ., δοθείσης ευκαιρίας, δεν δίστασε, μαζί με φίλους του, να οικειοποιηθούν εννιάμισι τάλαντα. Καθώς η... λαδιά αποκαλύφθηκε και οι τότε νόμοι ήταν αυστηροί και εφαρμοστέοι, καταδικάστηκαν να πληρώσουν το διπλάσιο του ποσού που είχαν καταχρασθεί. Αδυνατώντας να πληρώσουν το βαρύ πρόστιμο και προ του κινδύνου να οδηγηθούν στις φυλακές έθεσαν σε εφαρμογή, με τη βοήθεια πολιτικών φίλων τους, μια νομικίστικη διαδικασία που απέτρεπε την επαπειλούμενη φυλάκισή τους, εξασφαλίζοντας όμως και την επιστροφή των εννιάμισι ταλάντων.

Του  κ. Μιχάλη Α. Τιβέριου, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.


www.tovima.gr    (Κυριακή 11 Ιουλίου 2010)

Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

Ψάχνω γυναίκα!

Δεν ξέρω πόσοι από τους επισκέπτες του protagon.gr έχουν ακούσει κάτι για τη Μαρίνα Σίλβα.
     Γεννημένη σε μια μακρινή επαρχία της Βραζιλίας το 1958, σε μια οικογένεια με 12 παιδιά εργαζόταν σκληρά από πολύ μικρή στις φυτείες του καουτσούκ και τόσο πολύ, που μέχρι την εφηβική της ηλικία δε είχε προλάβει να μάθει καν γράμματα. Αλλά μόλις της δόθηκε η ευκαιρία έβαλε μπρος τις μηχανές και σε λίγα χρόνια είχε τελειώσει και το Πανεπιστήμιο.
      Αποδείχθηκε γυναίκα με φοβερή θέληση, αν και σωματικά η ηπατίτιδα που κόλλησε σε νεαρή ηλικία και η ελονοσία την είχαν καταπονήσει. Ο Πρόεδρος Λούλα, έχοντας τότε πολύ διαφορετικά μυαλά από ό,τι τώρα, της εμπιστεύθηκε το Υπουργείο για το Περιβάλλον ολόκληρης της Βραζιλίας από το 2003 μέχρι το 2008. Γιατί μόνο μέχρι το 2008; Διότι τόσο μόνο μπόρεσαν να ανεχθούν και αυτός και οι υπόλοιποι στην κυβέρνηση και οι ισχυροί οικονομικοί παράγοντες κάποιον να τους χαλάει τα σχέδια. Η Μαρίνα Σίλβα διακρίθηκε για την επιμονή της να σώσει τα δάση του Αμαζονίου από το ανηλεές πελέκημα και την χωρίς μέτρο υλοτομία. Κατάφερε μέσα σε πέντε χρόνια να την έχει ελαττώσει κατά 60% και όλη η υδρόγειος της χρωστάει κάπου 520 εκατομμύρια τόνους λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα.
     Και όταν βγήκε από την κυβέρνηση παίρνοντας απλά μια θέση στη Γερουσία, συνέχισε τον αγώνα της. Και σήμερα είναι υποψήφια για την προεδρία με την υποστήριξη των Πρασίνων, που όμως στη Βραζιλία οι ψηφοφόροι τους εκτιμούν πολύ λιγότερο από ό,τι εμείς εδώ στην Ευρώπη. Απέναντί της θα έχει για αντίπαλο μια μαριονέτα, τη Ντίλμα Ρούσσεφφ, που τη διάλεξε ο Λούλα για να της λέει από το παρασκήνιο τι να κάνει.
     Και άλλες γυναίκες στη διεθνή σκηνή αυτή την εποχή μου έχουν κάνει εντύπωση με βάση τα όσα διαβάζω στις εφημερίδες, κυρίως τις ξενόγλωσσες, ενώ στα δικά μας αθλίας σύνθεσης τηλεοπτικά νέα άλλες τύπισσες προβάλλονται.
     Εντυπωσιάζομαι από την Μαρίνα Αμπραμόβιτς, μια καλλιτέχνιδα που σε κάθε μια σχεδόν από τις εμφανίσεις της στις μεγαλύτερες αίθουσες τέχνης του κόσμου υποφέρει κυριολεκτικά διαλύοντας το κορμί της και το μυαλό της για να κάνει τον επισκέπτη να προβληματιστεί, είτε για τους κρατούμενους του Γκουαντάναμο είτε για τη σκληρή του καθημερινότητα, έως την Σουζαμ Ντιντάρ-Ισίκ.

       Μια κοπέλα τουρκικής καταγωγής που κι αυτή μέχρι τα εννέα της χρόνια ζούσε αναλφάβητη σε ένα χωριό της Καπαδοκίας. Τότε βρέθηκε στην Άγκυρα, έμαθε να διαβάζει, σπούδασε, κυνηγήθηκε για τις αριστερές της ιδέες και τελικά βρέθηκε στη Γερμανία. Δεν υποτάχθηκε στην με αποκλεισμούς και άχαρη για τις γυναίκες ζωή της Μουσουλμάνας, μπήκε σαν εκπρόσωπος Τύπου στη μεγαλύτερη αθλητική ομάδα των Τούρκων μεταναστών, προσχώρησε όμως και στο κίνημα υπεράσπισης των ομοφυλοφίλων, οπότε οι ίδιοι οι συμπατριώτες της την πέταξαν έξω, παρόλα όσα είχε κάνει έως τότε γι αυτούς.

      Αυτόν λοιπόν τον καιρό ψάχνω κι εγώ για γυναίκα. Ελληνίδα που να μπορεί να με συναρπάσει. Όχι για να την παντρευτώ, αλλά για να τη θαυμάσω ή έστω για να την εκτιμήσω για κάτι που κάνει, στην πολιτική, την τέχνη, τη δημοσιογραφία. Για κάτι που κάνει με θάρρος και επιμονή, όχι από επαγγελματική υποχρέωση, αλλά βάζοντας σε κίνδυνο την καλοπέρασή της, την ελευθερία της, τη φήμη της ακόμη και την όποια περιουσία της, βάζοντας τα γυαλιά στους έως και ανυπόφορους πια Έλληνες άνδρες της δύναμης, της εξουσίας, της επιτυχίας.     
      Από όσα ανέφερα πριν, καταλαβαίνουμε όλοι ότι από τη Ντόρα, που μας ανήγγειλε (μάλλον μας απείλησε) με αρκετό θράσος (αν και αποτυχημένη και σαν Δήμαρχος και σαν Υπουργός) ότι θα κάνει κόμμα, μέχρι τις διάφορες φάτσες που κολυμπούν στον τηλεοπτικό πολτό και τις διανοούμενες που πλατσουρίζουν στα ρηχά, καμιά τους δεν μπορεί να παίξει πιο έξω από τον ελληνικό νερόλακκο. Ανούσιες, άχρωμες ή αντίθετα υπερβολικές, κολοκυθένιες τέλος πάντων. Σε μια εποχή που ακόμη και οι Αμερικανοί, αλλάζοντας στάση αρχίζουν να υπερηφανεύονται για τις γυναίκες τους (βλ. Περιοδικό Atlantic, Ιούλιος-Αύγουστος 2010). Γιατί άραγε;

Εσείς μήπως νομίζετε ότι έχω ξεχάσει κάποια και άδικα έχω απογοητευθεί;

του Άλκη Γαλδαδά

www.protagon.gr (19-7-2010)

Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Η αλήθεια για την αυτοαξιολόγηση στα σχολεία

Πριν, κατά την διάρκεια, αλλά και μετά την ψήφιση του «πολυνομοσχεδίου» για την Παιδεία, άνοιξε και συνεχίζεται η συζήτηση για την αξιολόγηση στα σχολεία ή σωστότερα για την αξιολόγηση των σχολείων. Αρχικά, πρέπει να τονιστεί ότι το σύστημα της αυτοαξιολόγησης που προτείνεται από το Υπουργείο Παιδείας, αναφέρεται στην αξιολόγηση της εκπαιδευτικής μονάδας και όχι των μεμονωμένων εκπαιδευτικών με σκοπό την στασιμότητα, τον υποβιβασμό ή γενικά κάποιας μορφής τιμωρία τους.

      Σε όλη την διεθνή βιβλιογραφία και σε όλα σχεδόν τα συστήματα εκπαίδευσης, η κάθε είδους αξιολόγηση (εξωτερική και εσωτερική) αναφέρεται στην συνολική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού ιδρύματος και όχι μόνο στον τομέα διδασκαλίας και μάθησης, όπως ακριβώς προτείνει και το Υπουργείο Παιδείας. Υπάρχουν βέβαια τρόποι αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και της διδακτικής τους επάρκειας, με σκοπό πάντα την βελτίωση τους και όχι την τιμωρία τους. Αυτό στα περισσότερα συστήματα είναι έργο του διευθυντή του σχολείου, που έχει δικαίωμα μετά από προειδοποίηση, να παρακολουθήσει μία ή περισσότερες διδακτικές ώρες και στην συνέχεια να συζητήσει μαζί τους. Αλλά αυτό είναι κάτι πολύ “καυτό” και μη αποδεκτό τη δεδομένη χρονική στιγμή στην χώρα μας.

Συστήματα αυτοαξιολόγησης, αλλά και συνολικότερα μοντέλα διαχείρισης ποιότητας, εφαρμόζονται ήδη σε τουλάχιστον τρία σχολεία της χώρας μας, όπως στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο Αθηνών, το αγγλοσαξονικό σύστημα αυτοαξιολόγησης (EFQM) αλλά και στις δύο Γερμανικές Σχολές Αθηνών και Θεσσαλονίκης η Παιδαγωγική διαχείριση ποιότητας (PQM) - ένα ολοκληρωμένο σύστημα για την βελτίωση της σχολικής ποιότητας με εσωτερική, φιλική και εξωτερική αξιολόγηση. Εφαρμόστηκαν ακολουθώντας δημοκρατικές διαδικασίες, μετά από σύμφωνη γνώμη του συλλόγου των καθηγητών, με ενεργό συμμετοχή τους σε όλα τα στάδια της εφαρμογής του, αλλά και με την συμμετοχή των μαθητών και των γονέων τους.
       Το ερώτημα που ανακύπτει τώρα είναι: Μπορεί η σωστή σκέψη του Υπουργείου Παιδείας να υλοποιηθεί, ή για μια ακόμη φορά από φόβο και λάθος συντονισμό θα χάσουμε μια ακόμη ευκαιρία για την αποτύπωση και αναβάθμιση του Ελληνικού σχολείου.

-Είναι αλήθεια ότι το 80-90% των συλλόγων των καθηγητών των δημοσίων γυμνασίων και λυκείων αρνήθηκαν να εφαρμόσουν το σύστημα αυτοαξιολόγησης από κακή πληροφόρηση, πιέσεις ή φόβο;
-Είναι αλήθεια ότι βιαστικά και πρόχειρα παρουσιάστηκε συνοπτικά το σύστημα αυτοαξιολόγησης στους διευθυντές των σχολείων και από αυτούς με τη σειρά τους στο σύλλογο των εκπαιδευτικών, με συνέπεια - σε συνδυασμό με συνδικαλιστικές πιέσεις - την άρνηση συμμετοχής τους;
-Είναι αλήθεια ότι η εφαρμογή της αυτοαξιολόγησης ξεκινά από τον διευθυντή και τελειώνει στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, ενώ θα έπρεπε να είναι μία διαδικασία από το σχολείο για το σχολείο, δηλαδή αυστηρά εσωτερική;

Η αλήθεια είναι ότι το σύστημα αυτοαξιολόγησης αξιολογεί διαδικασίες/Σχολικές μονάδες και όχι πρόσωπα. Γιατί άραγε μερικοί προσπαθούν να το κρύψουν επιμελώς;

      Η αλήθεια είναι ότι δεν πρέπει να περιμένουμε άμεσα αποτελέσματα, δεν πρέπει το Υπουργείο Παιδείας να πιέζει για πολιτικούς λόγους να υπάρξουν αποτελέσματα σε 1-1,5 χρόνια, την στιγμή που στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες τα συστήματα αυτά έχουν εφαρμογή 5-6 χρόνων, και μάλιστα σε εποχές λιτότητας.

     Το Ελληνικό σχολείο είναι ανάγκη να μετατραπεί από οργανισμός διδασκαλίας σε οργανισμό μάθησης, όχι βίαια αλλά με την συναίνεση και την ενεργό συμμετοχή όλων των μερών του σχολείου - πρωτίστως των εκπαιδευτικών, αλλά και των μαθητών και των γονέων.

Πάνω απ΄όλα όμως δεν πρέπει να περιμένουμε ότι τα προβλήματα του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος θα λυθούν με την εφαρμογή του συστήματος αυτοαξιολόγησης, αφού απλώς είναι ένα εργαλείο που αποτυπώνει την κατάσταση και δε δίνει λύσεις. Γιατί τα προβλήματα αυτά είναι δομικά, προέρχονται από το πλαίσιο λειτουργίας, τους λανθασμένους στόχους, τις λάθος διαδικασίες, πράγματα που μπορούν να αλλάξουν μόνο με αλλαγή του κεντρικού συστήματος εκπαίδευσης.


Του Βασίλης Τόλια, Μ.Εd,  Διευθυντή Λυκείου της Γερμανικής Σχολής Αθηνών.

 
www.protagon.gr (25-7-2010)

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ ΚΑΙ ΟΜΟΨΥΧΙΑ

     Η εγχώρια τρομοκρατία καταπόνησε για τρεις δεκαετίες τη χώρα και την κοινωνία. Εκτός από τους νεκρούς, τους τραυματίες και τις υλικές καταστροφές, έπληξε και την εικόνα της Ελλάδαςστο εξωτερικό. Επιπλέον, η καταπολέμησή της κόστισε ακριβά σε πόρους τους οποίους στερήθηκαν οι πολίτες.
     Μέχρι το 2002, οπότε εξαρθρώθηκαν οι οργανώσεις 17 Νοέμβρη και ΕΛΑ, η τρομοκρατία αποτέλεσε συχνά και αντικείμενο εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης.
Με ολέθριες συνέπειες, φυσικά. Διότι αυτή η αντιμετώπιση μόνο τους τρομοκράτες εξυπηρετούσε, αφού αποπροσανατόλιζε τις έρευνες και δεν επέτρεπε να καταστρωθεί αντιτρομοκρατική πολιτική με συνέπεια και διάρκεια. 

   
Εάν η φονική βόμβα της περασμένης Πέμπτης αποτελεί προάγγελο επιστροφής στην ανεξέλεγκτη βία, με χειρότερες μεθόδους μάλιστα από αυτές που γνωρίσαμε στο παρελθόν, τότε με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να επιστρέψουμε και στο νοσηρό πολιτικό κλίμα που τροφοδοτούσαν κατά περιόδους οι τρομοκρατικές ενέργειες.
 
     Το φαινόμενο τρομοκρατία είναι μορφή του κοινού ποινικού εγκλήματος και στρέφεται εναντίον της κοινωνίας, της χώρας και της Δημοκρατίας. Και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί από όλους τους πολιτικούς χώρους και τους πολίτες.
    
Η τρομοκρατία δεν προσφέρεται για πολιτικές αντιπαραθέσεις με κομματικές επιδιώξεις. Και αυτό το κατανόησαν σε μεγάλο βαθμό τα κόμματα τα τελευταία χρόνια.      Έτσι συνέβαλαν στην εξάρθρωση δύο τουλάχιστον οργανώσεων βίας.
Με τον ίδιο τρόπο πρέπει να αντιμετωπιστεί και στη συνέχεια. 

    
Η δράση των τρομοκρατών δεν προσφέρεται επίσης ούτε για αποκόμιση κερδών θεαματικότητας ή αναγνωσιμότητας. Και αυτό πρέπει να το λαμβάνουν πάντα υπόψη τους όσοι καταπιάνονται στα μέσα ενημέρωσης με αυτό το θέμα.
Η τρομοκρατία απειλεί την κοινωνική γαλήνη και το διεθνές προφίλ της χώρας, το οποίο ούτως ή άλλως έχει θολώσει τα τελευταία χρόνια.
Γι΄ αυτό πρέπει να την αντιμετωπίσουν οι πολιτικές δυνάμεις με ψυχραιμία και ο ελληνικός λαός με ομοψυχία. 
      Η καταπολέμησή της είναι πρωτίστως αστυνομική υπόθεση. Συνεπώς, οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να συνδράμουν τις αστυνομικές αρχές ώστε να κερδίσουν αυτή τη μάχη, όπως συνέβη άλλωστε και στο παρελθόν. 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 26 Ιουνίου 2010
www.tanea.gr

Η εξαπάτηση μιάς απάτης.

... H αντίστροφη μέτρηση άρχισε...
κι εδώ;ευθυτενείς!
... παρελαύνουμε γελώντας...
θεωρώντας όλα αυτά  κάτι σαν  "αποκαλυπτικά" παραμύθια
κάποιας δήθεν μεγάλης καταστροφής...
παρομοιάζουμε τις Βρυξέλλες, ως άλλη πόλη Αρμαγεδών...
και κοιτάμε περήφανα τα οχηματαγωγά που περνάνε...
καθόμαστε στης Τροίας μας το κάστρο
και χαζεύουμε το μέλλον μας, που σέρνεται εκεί κάτω,
ως άλλος Έκτορας μεσ' τα κουρέλια και τα χώματα...

... Όλα στα χέρια επαγγελματιών πολιτικών...
σ' αυτούς που εμείς οι ίδιοι,
οι πλήρως τηλεοπτικοποιημένοι,
απαξιώνουμε χρόνια τώρα...

... Αλήθεια, για ποιον λόγο γίνεται κανείς πολιτικός καριέρας σήμερα;
(ανόητη απορία, αλλά συγνώμη, την είχα πάντα
κι όσες φορές την έθεσα ποτέ της δε με κάλυψε η απάντηση, που πήρα)

....Πόσο κλειδωμένος μέσα στον μικρόκοσμό του πρέπει να είναι κάποιος,
για να αντέχει όλη αυτή την απαξίωση..;
... πώς την αντέχουν;!...
... τι δυνατότητες χρειάζεται να έχει κάποιος για να παραμείνει πολιτικός;

"Πρώτ' απ' όλα... να είναι πληκτικός...
η πολιτική σαν επάγγελμα είναι το βασίλειο του παντοτινού όμοιου...
μετά... να είναι αδιάβαστος...
ο πολιτικός διαβάζει μόνον εφημερίδες,
για να δει τι γράφεται γι' αυτόν...
στη συνέχεια...  να μην εκφράζεται φυσιολογικά...
πρέπει να μιλάει ακατάπαυστα, αλλά οι ομιλίες του να μη λένε τίποτα...
επίσης... να αυτοδιαφημίζεται διαρκώς...
     είναι εκτεθειμένος σε αναπόφευκτες ταπεινώσεις,
     αρκεί να έχει λίγα λεπτά στο τηλεοπτικό γυαλί
-    φτάνει να δείτε τον τρόπο, που δέχεται να τον επιπλήττει
     ο κάθε "οικοδεσπότης" δημοσιογράφος, για να καταλάβετε,
     την αγωνία ενός αυτοδιαφημιζόμενου προϊόντος  -

  και τέλος... να έχει χάσει εντελώς
     την κυριαρχία του πάνω στο χρόνο ...
     δεν έχει ποτέ δικό του ελεύθερο χρόνο...
     το μόνο που αντιλαμβάνεται, όταν είναι ξύπνιος, είναι τα ραντεβού του...
     και η βασική αιτία όλων αυτών είναι
     η πλήρης κοινωνική του απομόνωση...
...  δεν είναι τραγικό;...
     αυτός που πρέπει ασταμάτητα να περιστρέφεται σα σβούρα,
     ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους, να είναι ο πλέον απομονωμένος!"

  (και μη μου πείτε ότι δεν είναι όλοι έτσι,
     γιατί οι εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα)

...  κι όμως αυτοί απεφάσιζαν για το μέλλον μας...
    κι εμείς;

... ιδεοληπτικοί της απαξίωσης...
... αποχαυνωμένοι από τη μεταπολίτευση κι εδώ...
    γκρινιάζουμε, βρίζουμε και πάμε και ψηφίζουμε...
... οι υβριστές ψηφοφόροι...  με τις πυζάμες
    σαν άρρωστοι μέσα στα σπίτι μας, αλλάζουμε κανάλια...
... βλέπουμε κάποιον σκαρφαλωμένο σ' ένα στύλο της ΔΕΗ,
    που είναι έτοιμος να πέσει...
    και σχολιάζουμε μαζί με τον... σπορτκάστερ...
... και ουρλιάζει ο μικρός της οικογένειας:
-  μαμά, μαμά, ο μπαμπάς στην τηλεόραση, κρέμεται στον αέρα..!"
-  κάτσε κάτω, βρε χαζό, "ο μπαμπάς στην τηλεόραση";
    εδώ είναι ο μπαμπάς...
 ...(και ξαφνικά)...
 -  κι όμως αυτή τη μούρη κάπου την ξέρω εγώ...    σαν να μου μοιάζει αυτός εκεί...

 ... ένας κατά λάθος και "ανεπαισθήτως"
    Αστυάναξ γίναμε όλοι!
    κι οι Νεοπτόλεμοι είναι εκεί στις Βρυξέλλες..!
    μία αργή πτώση έχει αρχίσει
    μέσα σε απόλυτη ησυχία,
    κι ούτε που θα το καταλάβουμε -
    ούτε που θα το νιώσουμε,
    απλώς θ' ακούσουμε το θόρυβο
    μόνο για μια στιγμή!
    την ώρα που θα τσακιζόμαστε στο έδαφος...

...  η αντίστροφη μέτρηση άρχισε... 
όχι, δεν είναι "ο λόφος της Μεγιδδώ" εκεί,
ούτε κι η Ιερουσαλήμ εδώ...
εδώ είναι απλώς ένα κράτος,
του οποίου "η χάρτα του κρύβει μεγάλη απάτη"...
κι εμείς το ξέραμε και δε μιλάγαμε -
και δε μιλάγαμε γιατί με τη σειρά μας
εξαπατούσαμε αυτήν την απάτη...
η εξαπάτηση μιας απάτης,
αυτή είναι η χώρα μας...


*  Καλλικλής: [...]πάντα ταύτα αποσεισάμενος και διαρρήξας και διαφυγών,
 τα ημέτερα γράμματα και μαγγανεύματα και επωδάς και νόμους τους παρά φύσιν άπαντας, επαναστάς ανεφάνη[...]

        Γοργίας, Πλάτων


Του Γιώργου Κιμούλη

Όσο επιζεί...

    NOMIΖΩ ΟΤΙ είµαστε η µοναδική χώρα στον κόσµο όπου όλοι την πέφτουν στους δηµοσιογράφους. Ο Πρωθυπουργός, η αντιπολίτευση, το ΚΚΕ, η Σέχτα Επαναστατών, ακόµη και οι άλλοι δηµοσιογράφοι.

    EΞ ΟΣΩΝ µπορώ να γνωρίζω, σε καµία άλλη χώρα δεν συµβαίνει κάτι παρόµοιο. Παντού οι δηµοσιογράφοι µπορεί να γίνουν αντικείµενο κριτικής αλλά πουθενά αλλού η κριτική δεν ασκείται µε τέτοιο µένος και τόση εµπάθεια, πουθενά αλλού δεν κινείται κάπου ανάµεσα στην ύβρι και τη συκοφαντία, πουθενά αλλού δεν τους φορτώνουν όλες τις αµαρτίες του κόσµου.

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ η Ελλάδα, θα µου πείτε. Σωστό. Μόνο που πολλές φορές δεν καταλαβαίνω γιατί η Ελλάδα να είναι έτσι. ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ΑΣΦΑΛΩΣ, επιµέρους ερµηνείες. ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, για παράδειγµα, θα γούσταραν να πολιτεύονται σε µια χώρα, όπου ακούγεται µόνο ο δικός τους λόγος, όπου η πραγµατικότητα διαµορφώνεται µόνο από τη δική τους αλήθεια και το δικό τους συµφέρον. Εκ των πραγµάτων, λοιπόν, ό,τι µεσολαβεί ανάµεσα σε αυτούς και τους ψηφοφόρους καθίσταται ενοχλητικό, ύποπτο και απεχθές. Ό,τι ακυρώνει τους µονολόγους τους, εχθρικό.

     ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ φτάνουν να πιστεύουν ότι καλός δηµοσιογράφος δεν είναι παρά ο υπάλληλος του σωστού (δηλαδή, του δικού τους...) κόµµατος, µε µοναδική αποστολή να παπαγαλίζει την προπαγάνδα και να γλείφει τον αρχηγό.

ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΛΛΟΙ θεωρούν ότι δουλειά του δηµοσιογράφου δεν είναι να ενηµερώνει την κοινωνία, αλλά να την αλλάξει. Ένα είδος κοινωνικού καθοδηγητή που το πρωί βρίζει τα αφεντικά, το απόγευµα κλείνει λιµάνια και το βράδυ «λέει αλήθειες», µπεκροπίνοντας... Όποιος έχει µε σοβαρότερα πράγµατα να ασχοληθεί, απλώς υπηρετεί «το σύστηµα».

ΜΟΛΙΣ ΧΘΕΣ, ας πούµε, ο «Ριζοσπάστης» έγραφε χωρίς να ιδρώνει ότι «η δηµοσιογραφία δεν είναι άλλο από την έκφραση των συµφερόντων του κεφαλαίου», άλλη µια άσκηση βλακείας που δεν συνοδεύεται ούτε από ένα ίχνος ντροπής!

     ΞΕΡΕΤΕ ΚΑΤΙ; Όλα αυτά προκύπτουν και συντηρούνται, επειδή ποτέ στην Ελλάδα δεν αποσαφηνίσαµε τι ακριβώς είναι η δηµοσιογραφία. Και δεν αποσαφηνίστηκε µε ευθύνη και των δηµοσιογράφων.

ΕΙΤΕ ΕΠΕΙΔΗ ορισµένοι αρέσκονται να υποδύονται ρόλους που δεν τους αναλογούν και κοστούµια που δεν τους ταιριάζουν.

ΕΙΤΕ ΕΠΕΙΔΗ πολλοί εµπορεύονται την κολακεία του ακροατηρίουρίου τους. ΕΙΤΕ ΕΠΕΙΔΗ κάποιοι αντιλαµβάνονται την προσωπική τους ανάδειξη ως µια διαδικασία διαβολής και συκοφάντησης των υπολοίπων το τελευταίο διάστηµα υπάρχει ένας ολόκληρος δηµοσιογραφικός υπόκοσµος που αφοσιώνεται σε αυτήν τη δουλειά. ΕΤΣΙ, ΣΕ µια κοινωνία όπου οι άνθρωποι θεωρούν ορθό µόνο ό,τι πρεσβεύουν οι ίδιοι, όπου πιστεύουν µόνο σε ό,τι τους συµφέρει κι όπου εκτιµούν µόνο αυτό µε το οποίο συµφωνούν, η σωστή δηµοσιογραφία καθίσταται σχεδόν αποσυνάγωγη. Όσο επιζεί ακόµη...

Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι καλός δηµοσιογράφος δεν είναι παρά ο υπάλληλος του σωστού (δηλαδή, του δικού τους...) Κόµµατος

Του Ι. Κ. Πρετεντέρη
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 21 Ιουλίου 2010, www.tanea.gr

Κατακάθια της ενημέρωσης

      Πριν από κάνα μήνα μια πολιτική διασημότητα θορυβήθηκε από αναρτήσεις στο Διαδίκτυο. Μια ανυπόστατη πληροφορία έκανε τον γύρο της μπλογκόσφαιρας, κοπιαρισμένη μερικές εκατοντάδες φορές, συνοδευμένη από ανεδαφικά σχόλια. Η πολιτική διασημότητα άρχισε να ρωτά από εδώ κι από εκεί, για να μάθει ποιο κουμάσι έκανε τη ζημιά.
       Κατέληξε λοιπόν σε συγκεκριμένο πρόσωπο, με ταλέντο στα φαντασιοκοπήματα και στις άνανδρες επιθέσεις. Ανάμεσα στα άλλα η πολιτική διασημότητα πληροφορήθηκε ότι ο χολερικός μπλόγκερ είναι γνωστός εκβιαστής, που θα γίνει μελίρρυτος με λίγα χιλιαρικάκια. Δεν ξέρουμε τι μεσολάβησε, δεν υπονοούμε τίποτε αλλά αξίζει να επισημάνουμε τη σύμπτωση.
      Το μπλογκ όχι μόνο εξαφάνισε τις συκοφαντίες αλλά πολύ πρόσφατα ανέβασε ένα κείμενο κολακευτικό για την πολιτική διασημότητα. Δεν μπήκε στον κόπο να το γράψει, απλώς έκλεψε δημοσίευμα εφημερίδας. Άλλωστε αυτή είναι η πάγια τακτική των συκοφαντικών μπλογκ: μπαζώνουν τις σελίδες τους με κλεμμένα άρθρα από παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης και ενδιάμεσα βάζουν τα δικά τους ειδησάρια ως αποκαλύψεις.

     Ο συγκεκριμένος γνωστός εκβιαστής του Διαδικτύου δεν έχει καμία σχέση με τους ανώνυμους αρθρογράφους που κρίνουν τις πολιτικές εξελίξεις, που ανταλλάσσουν απόψεις και συγκρούονται ιδεολογικά. Δεν έχει να κάνει ούτε με τους πρωτοπρόσωπους αφηγητές που βάζουν τη δική τους τσαχπινιά, για να μιλήσουν για την πολιτική ή την καθημερινότητα.
       Ο συγκεκριμένος μπλόγκερ είναι ένα κατακάθι της ενημέρωσης και οι ομόλογοί του βρίσκονται σε ρυπαρά έντυπα και βρωμοκάναλα. Ευτυχώς τέτοιοι εκβιαστές είναι ελάχιστοι. Δυστυχώς τέτοιοι εκβιαστές δίνουν προς το παρόν τον τόνο στον ελληνικό κυβερνοχώρο και σχεδόν μονοπωλούν την ιδιότητα του «μπλόγκερ». Παρά το γεγονός ότι η παρουσία τους μολύνει το Διαδίκτυο είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμμαζευτούν. Προσώρας δεν υπάρχει μπλογκονόμος, ούτε είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης να φιμώσει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών εξαιτίας ολιγάριθμων επιτηδείων, που μέσα από τα ανώνυμα ιστολόγιά τους πλουτίζουν και ασκούν χαζοεξουσία.

     Στο υπουργείο Δικαιοσύνης, που είναι και το καθ΄ ύλην αρμόδιο για τον καθορισμό ενός νομικού πλαισίου στη χρήση του Ιnternet, η συζήτηση γίνεται χαλαρά. Ο κ. Χάρης Καστανίδης θα διοργανώσει εν ευθέτω χρόνω συζητήσεις, με τη συμμετοχή ενδιαφερομένων από όλες τις πλευρές: μαζί με τους δικαστικούς θα κληθούν και οι μπλόγκερ για να διαμορφώσουν από κοινού μια πρόταση. Επιδιώκεται μια σύμπτωση αρχών: να μην περιοριστεί η δυνατότητα έκφρασης, δηλαδή να μπορεί να γράφει κανείς το κοντό του και το μακρύ του για οτιδήποτε, αλλά ταυτόχρονα να υπάρχει στοιχειώδης προστασία του θιγoμένου. Αν κάτι είναι ψευδές και συκοφαντικό, να μπορεί να βρει μια άκρη, να ζητήσει έστω το σβήσιμο της ανάρτησης.

    Ενώ λοιπόν στο υπουργείο Δικαιοσύνης υπάρχει η πεποίθηση ότι οι λύσεις δεν εκβιάζονται, στην μπλογκόσφαιρα κάποιοι εξακολουθούν να κάνουν επανάσταση, δημοσιεύοντας φωτογραφίες από το Κολωνάκι («Αποκλειστικό: να ΄τος ο βουλευτής που περπατά στο δρόμο με τα δυο του πόδια»), κάποιοι έχουν στήσει μπίζνες με επιμίσθια και συνεργασίες, κάποιοι προσπαθούν να υποκαταστήσουν τα μέσα ενημέρωσης, τσιμπολογώντας από ρεπορτάζ αλλονών. 

     Τα κατακάθια της ενημέρωσης αποτελούν θορυβώδη μειονότητα, που αναστατώνει το Διαδίκτυο, είναι όμως τιμωρημένη στα άλλα μέσα, όπου εργάζεται. Οι ρυπαρές εφημερίδες και τα βρωμοκάναλα βρίσκονται στο περιθώριο της αγοράς. Τοποθετήθηκαν εκεί από τους ίδιους τους αναγνώστες και τους θεατές. Το πιο πιθανό είναι να γίνει το ίδιο και με τους χρήστες του Ιnternet. Τα συκοφαντικά μπλογκ γίνονται από μόνα τους βαρετά λόγω της αναξιοπιστίας, της σάχλας, συχνά δε λόγω της έπαρσης των διαχειριστών.

     Καλά κάνει λοιπόν ο κ. Καστανίδης και δεν συνδέει την επικαιρότητα με τα σχέδιά του για τον μπλογκονόμο. Είναι πολύ πιθανό οι συκοφάντες του Διαδικτύου να αποβληθούν από το ίδιο το σύστημα. Εδώ αρχίζει το ευχολόγιο: είθε να τους περιφρονήσουν οι χρήστες του Ιnternet και να πάψουν να τους ταΐζουν οι πολιτικές διασημότητες.

ΛΩΡΗ ΚΕΖΑ | Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

www.tovima.gr

Post mortem


    Ένα σεντόνι υποκριτικής αγιοποίησης κάλυψε τη σορό του Σωκράτη Γκιόλια.     Το απέθεσαν τελετουργικά, πλείστοι όσοι εκπρόσωποι της κλασικής δημοσιογραφίας. Η αγιοποίηση αυτή δεν ήταν η αναπόφευκτη απόληξη ενός χοϊκού «δεδικαίωται», δηλαδή η διαγραφή έργων και ημερών μπροστά στο ανέκκλητο «χους ην» και στη συνείδηση της κοινής μοίρας. Οι post mortem υμνωδίες αποκαλύπτουν αβυσσαλέα υποκρισία και έκδηλη αμηχανία.

    Η δημοσιογραφία του Σωκράτη Γκιόλια -από παλιά, μέχρι τώρα με το περιώνυμο μπλογκ- συγκέντρωνε τα πυρά της κλασικής δημοσιογραφίας, όταν εκείνη έκρινε ότι άξιζε να ασχοληθεί. Με μια διαφορά: από τότε που το «Τρωκτικό» εγκαταστάθηκε στο κέντρο της μηντιακής ζωής, αποτέλεσε για τους δημοσιογράφους προσφιλές κέντρο διερχομένων. Ήταν πια η εποχή των μπλογκ και του θριάμβου τους έναντι της «παλιάς δημοσιογραφίας», ειδικά της έντυπης.

    Σχεδόν όλοι μυκτήριζαν -και δικαίως- τις κρημνιστικές αδιασταύρωτες πληροφορίες, την ανέρειστη αποδομητική επιθετικότητα, την καταγγελτική ελαφρότητα και τον κιτρινισμό, αλλά το διάβαζαν και στέκονταν αμήχανοι μπροστά στα φρέσκα στοιχεία και τις θετικές πλευρές της «νέας δημοσιογραφίας»: την άμεση ενημέρωση, τον δηκτικό σχολιασμό και τη δημιουργική ανακίνηση σημαντικών θεμάτων που ήσαν ταμπού για τα κλασικά μήντια.
   Ευεξήγητη η αμηχανία της φθίνουσας «παλιάς σχολής»: τα παθογενή των μπλογκ είναι εν πολλοίς και δικά της. Μόνο που εκείνη τα αποσιωπά ή τα κρύβει επιμελώς κάτω από το χαλί. Τα δε θετικά τα βλέπει ζηλότυπα, διότι αδυνατεί να τα ανταγωνιστεί, αξιοποιώντας τουλάχιστον ένα κλασικό όπλο της: την υπευθυνότητα της επωνυμίας και το τίμημα που αυτή συνεπάγεται ***
    Για κάτι άλλα παθογενή θα πούμε προσεχώς, υποβολέα. Με αφορμή τις ιλαρές αιτιάσεις της Ν.Δ. εναντίον της κυβέρνησης για ανετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού στις φετινές πυρκαγιές... Αντιπολίτευση της συμφοράς, αγαπητέ μου...



www.enet.gr (21-7-2010)

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

H αρχή ενός τέλους.

Ήρθε η στιγμή να βρεις, να δεις, να πεις
με ποιους θα ζεις και ποιους θα εγκαταλείψεις...
Ήρθε η στιγμή...
να δοθεί ένα τέλος
στη μεγάλη περίοδο του “σ’ όλα μέσα είμαστε”...
Να δοθεί ένα τέλος
στη διαρκή ανεκδοτολογική αντιμετώπιση των πάντων...
Να δοθεί ένα τέλος
στο φόβο μήπως και γίνεις γραφικός...
Να δοθεί ένα τέλος
στα αστειάκια...
Να δοθεί ένα τέλος
στις προσωπικές μας καριέρες...
Να δοθεί ένα τέλος
στη διαβρωτική ηδονιστική φιλοσοφία σ’ αυτή τη χώρα...
Να δοθεί ένα τέλος
στην αδιαφορία και στον ωχαδερφισμό...
Να δοθεί ένα τέλος
στον κοινωνικό μας ναρκισσισμό...
Να δοθεί ένα τέλος
σ’ αυτήν την εσωστρέφεια...
Να δοθεί ένα τέλος
σ’ αυτόν τον σιχαμένο εγωισμό...
Να δοθεί ένα τέλος
στην αμηχανία...
ΠΡΕΠΕΙ να δοθεί ένα τέλος
στη κατασκευασμένη επιθυμία να διασκεδάζεις παρά να ζεις σαν άνθρωπος...
Να δοθεί ένα τέλος
στο να νομίζεις πως σκέφτεσαι...
Να δοθεί ένα τέλος
στο ότι η σκέψη είναι μία απλή πληροφορία...
η οποία μάλιστα δε σε αφορά και πολύ...

...και το τέλος πρέπει να... αρχίσει
   από το πού πληροφορείσαι...
Τέλος στον “μηχανισμό της προπαγάνδας” λοιπόν,
που εκπροσωπείται από τα ΜΜΕ...,
ένα μηχανισμό που δεν κατευθύνεται από κανένα κράτος...
Πρόκειται για ένα ιδιωτικοποιημένο σύστημα προπαγάνδας,
που στόχος του είναι να υπονομεύει κάθε ανεξάρτητη σκέψη,
να εμποδίζει την κατανόηση και ανάλυση των θεσμισμένων δομών,
καθώς και τον τρόπο που αυτές θα λειτουργούν...

Δείτε πώς παρουσιάζουν τόσο καιρό τη σημερινή πολιτική κατάσταση...
Προμηνύουν μία καταστροφή, που έρχεται από κάπου αλλού...
Αναλύουν την πραγματικότητα με δυσνόητους οικονομικούς όρους...
Καταγράφουν με πίστη την αδυναμία οποιασδήποτε αντίδρασης...
Περιγράφουν τις λύσεις ως τη μία χειρότερη απ’ την άλλη...
και στο τέλος αναστενάζουν δήθεν ανακουφισμένοι: “τη γλυτώσαμε...”

 ΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΤΙ;  
...Νιώθεις σαν ακροατής, που με το ζόρι σ’ έχουν βάλει να στοιχηματίσεις
όλα τα λεφτά σου σ’ ένα αγώνα ράγκμπυ, αγώνισμα, που ούτε έχεις παίξει ποτέ,
ούτε έχεις δει πολλές φορές, ούτε τους κανόνες του ξέρεις,
και που σου τον περιγράφουν μάλιστα κι απ’ το ραδιόφωνο...
Δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Ουρλιάζουν: “χάνουμε! χάνουμε!”, τρέμεις εσύ.
Μετά σου λένε: “κερδίζουμε, κερδίζουμε!”, ανασαίνεις εσύ...
Μετά πάλι, μέσω αγνώστων λέξεων,
καταλαβαίνεις πως ο κίνδυνος πλησιάζει ξανά...
και ξαφνικά μία περίεργη φωνή, που σχολιάζει τον αγώνα δίπλα στον σπορτκάστερ, ακούς  να λέει κάτι σαν... “κλέφτη, κλέφτη... θα σε πιάσουμε...”.
Σε λούζει ιδρώτας, γιατί αυτή η φωνή μάλλον σ’ εσένα απευθύνεται... και θολώνει το τοπίο μπροστά σου, πάει ο αγώνας, πάει και η εικόνα του ραδιοφώνου...
Δεν ακούς τίποτ’ άλλο ο καφκικός μηχανισμός της ενοχής κάθε πολίτη έχει μπει μπροστά... και πριν καλά- καλά συνειδητοποιήσεις τι έγινε... ακούς πως ο αγώνας τελείωσε... Ρωτάς δειλά: “τι έγινε΄; κερδίσαμε;”... και η απάντηση είναι και πάλι συβιλλική: “παρά τρίχα.... η καταστροφή... παρά τρίχα!”

 Ζαλισμένος εσύ, δε ρωτάς αν νίκησες ή αν έχασες, απλώς ησυχάζεις που δεν καταστράφηκες από αυτό το... «άγνωστο»...
(κι είναι κι εκείνη η φωνή ... άσε, φτηνά τη γλιτώσαμε...)
και με την αγωνία στα μάτια σου και στο μυαλό σου
για το αν θα κατορθώσεις να πληρώσεις την επόμενη δόση του δανείου σου...
κλείνεις το ραδιόφωνο και ασχολείσαι ξανά με την προσωπική σου εταιρεία...
αλλά και με τις λοβιτούρες που πρέπει να κάνεις, για να επιβιώσεις...
Βουτηγμένος στις ενοχές των πολλών ρεψιμάτων απ’ το  φαγητό
που έχεις κατεβάσει, ενώ δεν το περίμενες, τόσα χρόνια...
και το μόνο που έχεις συγκρατήσεις είναι η απειλή του «θα σε πιάσουμε!»...
Άκουσον, άκουσον...
Οι αρχιλοβιτούρες απειλούν τα λοβιτουράκια..!
Πώς λοιπόν να σκεφτείς
έτσι έντρομος, ζαλισμένος και ενοχικός που είσαι, το πολύ απλό;
...Μία εταιρεία με το διακριτικό τίτλο «Ελλάδα», μέσω λογιστικών αλχημειών και άγριας λοβιτούρας την «πάτησε» (κάτι ξέρεις κι εσύ απ’ αυτά) και τώρα τρέχει να βρει να δανειστεί, για να πληρώσει αυτά που έφαγε, με χαμηλό τόκο, από διάφορους τοκογλύφους, ζητώντας την κάλυψη κάποιων τραπεζών... και απειλεί κι από πάνω!
...Η ανικανότητα και οι παρανομίες κάποιων λογιστών έγινε εθνική αγωνία!
Είναι σαν να έρχεται εκεί που δουλεύεις, ο λογιστής της εταιρείας και να σου λέει:
«Επειδή έκανα πολλές μ....ες, και έφαγα κάποια χρήματα, αγοράζοντας κάποια οικόπεδα για την οικογενειά μου ή καταθέτοντας κάποια χρήματα σε κάτι τράπεζες του εξωτερικού για το μέλλον των παιδιών μου, δε θα πληρωθείς αυτούς τους δύο μήνες... και μη μιλάς γιατί έρχονται και χειρότερα... κάτι άκουσα και για αθρόες απολύσεις... α! – και μη νομίζεις πως δεν ξέρω και τα...δικά σου...»

 Τι να κάνεις εσύ;  από ποιον να ζητήσεις τα ρέστα;
Από το λογιστή;  (γιατί λογιστής είναι ο κάθε πολιτικός πλέον) ...
Από πού; από τη... «διεύθυνση»; Ποια διεύθυνση;
Από τον «εργοδότη»;  Ποιον εργοδότη;
Αφού δεν έχει ΠΡΟΣΩΠΟ!...
Το Κράτος είναι μία απρόσωπη εκπροσώπηση...
τι να κάνεις;
Ανοίγεις την τηλεόραση, μπας και μάθεις...
κι εκεί...
Ακούς ξανά την ίδια περιγραφή του ίδιου αγώνα ράγκμπυ...
να δοθεί ένα τέλος
στην αμηχανία...
Και το πρώτο τέλος
πρέπει να δοθεί στον “μηχανισμό της προπαγάνδας”,
που εκπροσωπείται από τα ΜΜΕ...
     Τα ΜΜΕ  είναι ένα καθαρό σύστημα κατήχησης.
     Τα ΜΜΕ δεν καθρεφτίζουν καμία πραγματικότητα.
    Ερμηνεύουν και παρουσιάζουν την πραγματικότητα μέσα σ’ ένα πλαίσιο,
     που στο μεγαλύτερο μέρος του έχει στηθεί από την εγχώρια εξουσία.
     Τα ΜΜΕ  είναι μία ομάδα με ίδια συμφέροντα,
     που δεν έχουν καμία σχέση με τα συμφέροντα των θεατών τους.
     Τα ΜΜΕ είναι απλώς κι αυτά μεγάλες εταιρείες,
     που εκπροσωπούν τους ιδιοκτήτες τους
     και ο κάθε δημοσιογράφος ή θα προσαρμοστεί ή θα φύγει...
     ΠΡΕΠΕΙ  να προσαρμοστεί!
     και όποιος απ’ αυτούς πει πως μπορεί να προσαρμοστεί λίγο,
     αλλά ταυτόχρονα να κρατήσει την ανεξαρτησία της σκέψης του,
     είναι απλώς... ανόητος...
     ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ “ΛΙΓΟ” ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ...

    Αρχίζει να λέει ορισμένα πράγματα που δεν πιστεύει στην αρχή
    και μετά σιγά- σιγά αρχίζει και να τα πιστεύει...
    Έτσι πρέπει να κάνει...
    εταιρείες είναι...
    και μην ξεχνάμε πως οι εταιρείες είναι το ιδιωτικό ισοδύναμο
    αυτού που αποκαλούμε φασισμό στην πολιτική σφαίρα...
    Πρέπει να αρχίσει από κάπου αυτό το... τέλος...



Του Γιώργου Κιμούλη